Η αλήθεια για τα σύμμεικτα λιπάσματα "blended"
Ο θόρυβος, η καλλίτερα "αρνητική διαφήμιση" αναφορικά με τα λιπάσματα τύπου "μπλέντ" εντείνεται τελευταία, παρά το γεγονός (ή μάλλον σαν συνέπεια του γεγονότος) ότι τα λιπάσματα της κατηγορίας αυτής κατακτούν σταδιακά την ελληνική αγορά, όπως ήδη έχει συμβεί προ πολλού σε πολλές άλλες χώρες. Στην Αμερική λ.χ. όπως και στο Ισραήλ, τα blends καλύπτουν πάνω από το 70% της αγοράς των στερεών λιπασμάτων. Στην Ιρλανδία το 90% ενώ σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες το ποσοστό των blends κυμαίνεται μεταξύ 30% και 50% του συνόλου των στερεών λιπασμάτων (Σημ. τα ποσοστά είναι πολύ μεγαλύτερα αν εκφρασθούν επί του μεριδίου των σύνθετων λιπασμάτων).
Είναι δικαιολογημένη η τάση διάδοσης των μπλεντ;
Ή μήπως έχουν δίκαιο οι "υπέρμαχοι" των παραδοσιακών χημικών λιπασμάτων με τα διάφορα επιχειρήματα που προβάλουν;
Που βρίσκεται τελικά η αλήθεια;
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, εξετάζοντας το ζήτημα αποστασιοποιημένα, κάτω από το πρίσμα της επιστημονικής και τεχνικής γνώσης.
Τα λιπάσματα εν γένει, είναι φορείς θρεπτικών στοιχείων, απαραίτητων για τη διασφάλιση της παραγωγής των καλλιεργειών και για τη συντήρηση της εδαφικής γονιμότητας. Όταν περιέχουν μόνο ένα θρεπτικό στοιχείο π.χ. μόνο άζωτο, ή φωσφόρο, ή κάλι ονομάζονται απλά λιπάσματα, ενώ εκείνα που περιέχουν περισσότερα από ένα θρεπτικά στοιχεία, είναι τα σύνθετα.
Η "σύνθεση" δύο ή περισσότερων θρεπτικών στοιχείων μπορεί να πραγματοποιηθεί, είτε με χημική αντίδραση, είτε με φυσική ανάμιξη (μπλέντιγκ) δύο ή περισσότερων απλών λιπασμάτων.
Μία ενδιάμεση κατηγορία είναι αυτή όπου π.χ. δύο θρεπτικά στοιχεία ενώνονται με χημική αντίδραση ενώ τα υπόλοιπα αναμιγνύονται στη φάση της κοκκοποίησης. Αυτή είναι και η συνηθέστερη διαδικασία παραγωγής που περιλαμβάνει όλους σχεδόν τους τύπους των τριπλών σύνθετων λιπασμάτων, όπως το 11-15-15, το 20-10-10, και τα "ειδικά" λιπάσματα κομπλεζάλ κλπ. Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο όταν στο λίπασμα συνυπάρχουν και ιχνοστοιχεία όπως το βόριο, το οποίο κατά κανόνα μπαίνει στο λίπασμα χωριστά σαν βόρακας σε κοκκώδη μορφή.
Μία πρώτη λοιπόν διαπίστωση είναι ότι δεν υπάρχουν αμιγώς χημικά ΝΡΚ λιπάσματα. Τα λιπάσματα τριών ή περισσότερων θρεπτικών στοιχείων είναι πάντοτε (τουλάχιστον εν μέρει) ανάμικτα. Κατά συνέπεια το βασικό επιχείρημα ότι "στα χημικά λιπάσματα κάθε κόκκος περιλαμβάνει όλα τα θρεπτικά συστατικά" δεν ισχύει γενικώς.
Μία δεύτερη διαπίστωση είναι ότι τα blends πλεονεκτούν στην καταλληλότητα των θρεπτικών συστατικών. Στα βασικά λιπάσματα blends, σαν κύρια μορφή αζώτου χρησιμοποιείται η ουρία η οποία έχει μεγαλύτερη υπολειμματική δράση (δεν ξεπλένεται εύκολα). Ενώ αντίθετα στα βασικά χημικά λιπάσματα μεγάλο μέρος του αζώτου είναι συνήθως σε νιτρική μορφή η οποία ξεπλένεται πριν προλάβει να απορροφηθεί από τα φυτά, αποτελεί σπατάλη και ρυπαίνει τα υπόγεια ύδατα. Επίσης σε πολλά χημικά λιπάσματα ο υδατοδιαλυτός φώσφορος (άμεσα αφομοιώσιμος) είναι πολύ χαμηλότερος απ΄ ότι στα blends.
Σε τι όμως υστερούν τα λιπάσματα φυσικής ανάμιξης δηλ. τα μπλέντς ;
Αποτελεί μήπως βασικό μειονέκτημα ότι δεν περιέχουν "σε κάθε κόκκο" όλα τα θρεπτικά συστατικά του μίγματος; 'Η μήπως αυτό αποτελεί ένα σλόγκαν κενό περιεχομένου;
Θα υπογραμμίσουμε ευθύς εξαρχής ότι η ποιότητα ενός λιπάσματος καθορίζεται από άλλες παραμέτρους (που θα δούμε πιο κάτω) και όχι από την παρουσία, ή μη, στον ίδιο κόκκο όλων των θρεπτικών συστατικών. Ένα μπλέντ μπορεί να είναι ποιοτικά άριστο, όπως αντίθετα και ένα χημικό λίπασμα μπορεί να είναι ποιοτικά απαράδεκτο.
Ειδικότερα, οι κύριες παράμετροι που προσδιορίζουν την ποιότητα ενός λιπάσματος είναι:
H αφομοιωσιμότητα των θρεπτικών στοιχείων που περιέχει.
Η καλή κοκκομετρική σύσταση (διάμετρος κόκκων 2-5 mm) και όσο το δυνατό λιγότερη σκόνη.
Η σκληρότητα και αντοχή των κόκκων στην τριβή και τη διάρκεια αποθήκευσης.
Η ελεύθερη ροή και η αντοχή στη συσσωμάτωση.
Στα ποιοτικά αυτά χαρακτηριστικά ένα μπλεντ μπορεί να είναι ισοδύναμο και υπό προϋποθέσεις να υπερέχει του χημικού λιπάσματος. Εάν η επιλογή των πρώτων υλών του γίνει με αυστηρά ποιοτικά κριτήρια, το λίπασμα τύπου μπλέντ συνήθως πλεονεκτεί έναντι του αντίστοιχου χημικού τύπου. Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι η "ΜΕΓΚΛΑΣ ΑΒΕΕ" επιλέγει τις πρώτες ύλες (δηλ. τα ενδιάμεσα λιπάσματα-συστατικά των blends) με αυστηρή προσήλωση στα παραπάνω ποιοτικά κριτήρια χωρίς να φείδεται κόστους.
Επιστημονικά, δεν υπάρχει απολύτως κανένα πλεονέκτημα από την παρουσία όλων των θρεπτικών στοιχείων "στον ίδιο κόκκο του λιπάσματος", όπως ισχυρίζονται οι παραγωγοί σύνθετων λιπασμάτων. Ουδείς ποτέ απέδειξε πειραματικά την ύπαρξη τέτοιου πλεονεκτήματος. Ούτε όμως και θεωρητικά ο ισχυρισμός αυτός ευσταθεί.
Ας παρακολουθήσουμε σε γενικές γραμμές τα διαδοχικά στάδια του λιπάσματος, από την προσθήκη του στο έδαφος μέχρι την απορρόφηση του από τις ρίζες των καλλιεργούμενων φυτών:
- Στάδιο Πρώτο: Διύγρανση και διαλυτοποίηση των κόκκων
- Στάδιο Δεύτερο: Μετακίνηση των διαλυτών θρεπτικών στοιχείων (σε μορφή ιόντων) στο εδαφικό διάλυμα. (ΠΡΟΣΟΧΗ: Στο στάδιο αυτό πραγματοποιείται πλήρης ανάμιξη των θρεπτικών στοιχείων του λιπάσματος, έστω και αν οι κόκκοι περιέχουν διαφορετικά στοιχεία.)
- Στάδιο Τρίτο: Μετακίνηση των θρεπτικών στοιχείων του εδαφοδιαλύματος στην επιφάνεια των ριζών και απορρόφηση.
Η παραπάνω φυσιολογική διαδικασία, που αποτελεί απαράβατο και γενικό κανόνα, αποκλείει το παραμικρό πλεονέκτημα από την παρουσία "όλων των θρεπτικών στοιχείων στον ίδιο κόκκο". Μάλιστα δε η συνύπαρξη αυτή μπορεί να προκαλέσει αρνητική αλληλεπίδραση των θρεπτικών στοιχείων με συνέπεια τη μείωση της αφομοιωσιμότητας τους. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η παρουσία Ψευδαργύρου (Zn) στους κόκκους σύνθετου χημικού λιπάσματος, για παράδειγμα του 20-10-10+1,5 Zn, ή του 27-9-0+1,5Ζn. Η συνύπαρξη στον ίδιο κόκκο ψευδαργύρου και φωσφόρου προκαλεί πρώτο το βαθμιαίο σχηματισμό αδιάλυτου φωσφορικού ψευδαργύρου στον κόκκο του λιπάσματος και δεύτερο την παρεμπόδιση πρόσληψης του ψευδαργύρου από τις ρίζες των φυτών.
Ας αναφερθούμε επίσης, στο ζήτημα των ξένων υλών που περιέχουν όλα σχεδόν τα λιπάσματα (εκτός από τα πολύ πυκνά μπλεντ), και που δίνουν λαβή σε πολλές (συχνά σκόπιμες) παρανοήσεις.
Ένα οποιοδήποτε λίπασμα (ανεξάρτητα αν είναι χημικό ή μπλεντ) περιέχει ενεργά και αδρανή συστατικά. Π.χ. το 11-15-15, περιέχει συνολικά 41% θρεπτικά στοιχεία και 59% αδρανή συστατικά. Το μεγαλύτερο μέρος των αδρανών αυτών συστατικών είναι αδιάλυτα. Στα χημικά λιπάσματα τα αδρανή συστατικά είναι συχνά χαλαζιακή άμμος και άλλοτε γύψος ή ανθρακικό ασβέστιο. Στα blends, και πιο πολύ στους αραιούς τύπους (π.χ. 20-10-0, 16-20-0), σαν αδρανές υλικό χρησιμοποιείται λειοτριβημένος δολομίτης, κατάλληλης κοκκομετρίας. Ο δολομίτης διαλυτοποιείται με βραδύ ρυθμό, ιδιαίτερα στα αλκαλικά εδάφη, χωρίς όμως να μειώνει στο παραμικρό τη θρεπτική ικανότητα και αξία του λιπάσματος. Επιπρόσθετα ο δολομίτης είναι φορέας των θρεπτικών στοιχείων Ασβεστίου και Μαγνησίου, ιδιαίτερα αναγκαίων στα όξινα εδάφη. Ασφαλώς, η παρουσία αδρανών μπορεί να αποφευχθεί όταν ο τύπος του λιπάσματος είναι αρκετά πυκνός.
Διευκρινίζεται επίσης ότι στα αλκαλικά εδάφη (π.χ. ορυζώνες) ο δολομίτης δεν αυξάνει το pΗ Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα των μπλεντ, που τα καθιέρωσε οριστικά στη γεωργία των ανεπτυγμένων χωρών είναι ότι προσαρμόζονται πολύ καλλίτερα από τα χημικά λιπάσματα στις ειδικές συνθήκες γονιμότητας εδαφών και θρεπτικών απαιτήσεων των καλλιεργειών κάθε περιοχής. Μπορούν να παράγονται "κατά παραγγελία" σε μικρές ποσότητες, αναλόγως των αποτελεσμάτων της εδαφοανάλυσης και των συγκεκριμένων αναγκών κάθε καλλιέργειας, ώστε να ελαχιστοποιείται το κόστος και να μεγιστοποιείται η αποτελεσματικότητα της λίπανσης. Αυτή επομένως είναι η πραγματικότητα για τα σύμμεικτα λιπάσματα (blends) η οποία βασίζεται σε αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα της γεωπονικής επιστήμης.
Δρ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΝΑΛΟΓΙΔΗΣ
τ. Αν. Καθηγητής Γεωπ. Παν/μίου Αθηνών
Επιστημονικός Σύμβουλος "ΜΕΓΚΛΑΣ ΑΒΕΕ"